Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2013

Bridesmaids (Οι φιλενάδες) (2011)


Σκηνοθεσία: Πολ Φέιγκ
Παίζουν: Ρόουζ Μπερν, Μάγια Ρούντολφ, Κρίστεν Γουίγκ

Η Άνι είναι μία τριαντάρα και κάτι που ζει μέσα από αποτυχημένες σχέσεις, βλέποντας την ερωτική και επαγγελματική πορεία της να πάει από το κακό στο χειρότερο. Όταν η κολλητή της Λίλιαν της ζητά να γίνει παράνυμφος στο γάμο της, θα βρεθεί αντιμέτωπη με την ‘καινούργια’ κολλητή Έλεν – μία πανέμορφη και πλούσια νεαρή – μετατρέποντας το γάμο σε ρινγκ γυναικών. Την ομάδα των παρανύμφων πλαισιώνουν άλλες τρεις θεότρελες κυρίες, η κάθε μία με τη δική της ιστορία. Όλες μαζί είναι οι ‘Φιλενάδες’, μία από τις πιο ξεκαρδιστικές κωμωδίες του 2011.

Με πρωταγωνίστρια την απολαυστική Kristen Wiig (Saturday Night Live), έρχεται η απάντηση στις ξεπερασμένες, ρομαντικές, αμερικάνικες γυναικείες κωμωδίες που έχουμε συνηθίσει έως τώρα.
Οι ‘Φιλενάδες’ αλλάζουν τα δεδομένα στη γυναικεία κωμωδία, αφού καταρρίπτονται όλοι οι μύθοι για το γυναικείο φύλο. Τέρμα πια η γυναίκα – κούκλα που κλαψουρίζει με το παραμικρό, κρίνεται από τη σεξουαλική της ζωή, πεθαίνοντας για τη μόδα σα να μην υπάρχουν σημαντικότερα πράγματα από την τελευταία συλλογή Manolo Blahnic.

Με αστείρευτο ειλικρινές χιούμορ και κοφτερές ατάκες, καταστάσεις αμηχανίας και γυναίκες ικανές για όλα, έρχεται μία κωμωδία από γυναίκες για… γερά στομάχια, σατιρίζοντας την πραγματικότητα που απαιτεί από τις γυναίκες να εκπληρώνουν πολλαπλούς ρόλους, αυτόν της ερωμένης, της μητέρας, της νοικοκυράς και της καριερίστα.

Με το χαρακτηριστικό στυλ της Wiig, σε συνδυασμό με την κωμική παρέα που τη συνοδεύει, ετοιμαστείτε για την απόλυτη απομυθοποίηση των γυναικών, αφού ό, τι ντροπιαστική στιγμή υπάρχει για μία γυναίκα θα τη δείτε εδώ.

Πολλοί θεωρούν τις ‘Φιλενάδες’ τη γυναικεία απάντηση στο ανδρικό ‘Hangover’, αφού και οι δύο μιλούν για γάμο και bachelor party, βουτώντας στα απόκρυφα τόσο της γυναικείας όσο και της αντρικής ιδιοσυγκρασίας.

Αφοπλιστικές ατάκες, σουρεαλιστικές καταστάσεις, σεξ και η αιώνια κόντρα μεταξύ των γυναικών συνθέτουν το σενάριο της ταινίας. Βέβαια η πλοκή αναπτύσσεται αργά, αλλά πιστέψτε με, κανέναν δεν ενδιαφέρει η πλοκή. Η βάση γίνεται στους διαλόγους και τους χαρακτήρες - μορφές της Αμερικάνικης κοινωνίας.

Είναι από τις κωμωδίες που επαναπροσδιορίζουν το είδος, που θέτουν νέες βάσεις. Είναι όμως και μία κατηγορία από μόνη της. Βασικά συστατικά που χρειάζεσαι για να την παρακολουθήσεις είναι: η καλύτερη διάθεση και αγαπημένη παρέα. Μόνο έτσι θα σας διασκεδάσει, αηδιάσει (έχει καθιερωθεί ήδη στο πάνθεον η σκηνή της Μακάρθι να αφοδεύει σε νιπτήρα), προβληματίσει, ξαφνιάσει. Γιατί και οι γυναίκες ξέρουν από κωμωδία.

Vertigo (1958)


Σκηνοθεσία: Alfred Hitchcock
Παίζουν: James Stewart, Kim Novak, Barbara Bel Geddes

Μία από τις κλασσικές πλέον ταινίες του Χίτσκοκ, του μαέστρου του μυστηρίου και του ψυχολογικού θρίλερ, του πρωτοπόρου σε μορφές κινηματογράφησης και σκηνοθεσίας. Του ανθρώπου αυτού που κατάφερε να δημιουργήσει και να καθορίσει ολόκληρες γενιές μετέπειτα σκηνοθετών και κινηματογραφικών κινημάτων.

Η ιστορία παρακολουθεί έναν αστυνομικό, τον Scottie, ο οποίος λόγω της ακροφοβίας του (ο φόβος για τα ύψη) αδυνατεί να σώσει το συνάδελφό του από μία αποστολή. Έχει παραιτηθεί από τη δουλειά του, όταν ένας παλιός του συμμαθητής θα τον πείσει να παρακολουθήσει τη γυναίκα του. Ο φίλος του είναι πεπεισμένος ότι η γυναίκα του έχει κυριαρχηθεί από ένα πνεύμα του προηγούμενου αιώνος. Ο Scottie θα ανακαλύπτει ολοένα και περισσότερα στοιχεία που κάνουν την υπόθεση ακόμη πιο μυστήρια. Καθώς περνάει ο καιρός, θα βρεθεί ερωτευμένος με τη γυναίκα, ανήμπορος πλέον να αντιμετωπίσει την κατάσταση με ανοιχτό μυαλό.

Δημιουργώντας από το πρώτο λεπτό μία ατμόσφαιρα αστυνομικού και μεταφυσικού μυστηρίου, η ταινία του Χίτσκοκ (αγαπημένη σε όλους τους σινεφίλ) έχει τα βασικά συστατικά για να σε μαγνητίσει μέχρι το τέλος. Τα κίνητρα των πρωταγωνιστών θέτονται όλα υπό αμφισβήτηση κάθε λεπτό, υποψιάζεσαι τα πάντα και τους πάντες, απορείς για το ‘μεταφυσικό’ στοιχείο της ιστορίας, που από μόνο του προκαλεί υποψίες. Είναι πράγματι ‘δαιμονισμένη’ αυτή τη γυναίκα; Τι κρύβεται πίσω από όλα αυτό;

Λόγοι και αντίλογοι, χαρακτήρες ποτέ όσο αθώοι όσο φαίνονται, το “Vertigo” έχει την κινηματογράφηση της απόλυτης έντασης, της απόλυτης αστυνομικής ιστορίας, που όταν την ξετυλίξεις προσεκτικά, θα ανακαλύψεις στοιχεία και δεδομένα που δεν τα περίμενες. Αμφισβητώντας την ίδια τη φύση της ιστορίας, η ταινία δε χάνει ποτέ το ενδιαφέρον της με τους χαρακτήρες να υπόκεινται στα πάθη τους, αφήνοντας τη λογική κατά μέρος.

Ο αστυνομικός Scottie, ευαίσθητος από όλα όσα έχει περάσει, είναι εγκλωβισμένος στη φοβία του, η οποία τον αναγκάζει να πάρει άλλες αποφάσεις από αυτές που θα έπαιρνε εάν την είχε νικήσει. Πλεκτάνες και σχέδια μπλέκονται με τα φαντάσματα του παρελθόντος δημιουργώντας ένα από τα απόλυτα ψυχολογικά θρίλερ που είδε ποτέ ο κινηματογράφος, κάνοντας μυριάδες μετέπειτα ταινίες να αντιγράψουν την δομή της με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.

Κλασσική, με ρυθμό και σταδιακή κλιμακούμενη ένταση με τα γνωστά μοτίβα του ‘εμμονικού’ Χίτσκοκ, η ταινία έχει μπει αυτομάτως, από την πρώτη ημέρα της προβολής της στην κατηγορία των κλασσικών ταινιών που όσες φορές και αν προσπαθήσει κάποιος να την αντιγράψει, δε θα καταφέρει ποτέ να αποτυπώσει το κλίμα και την τελειότητά της. 

Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2013

La mala educacion – Κακή εκπαίδευση


Ίσως μία από τις λιγότερο δημοφιλείς ταινίες του Πέδρο Αλμοδοβάρ, η ‘Κακή Εκπαίδευση’ χαρακτηρίζεται από νουάρ στοιχεία και ερωτικά πάθη, και όπως και να τη δεις, κατακλύζεται από κυνικότητα, πάθος, δράμα. Η ιστορία μιλά για δύο νεαρά αγόρια, τον Ιγκνάσιο και τον Ενρίκε, τα οποία κακοποιήθηκαν σεξουαλικά από τον πατέρα Μανόλο στο καθολικό σχολείο, όπου φοιτούσαν. Έτσι οι ζωές τους συνδέονται άρρηκτα μεταξύ τους, και ως ενήλικες πλέον, μπλέκονται σε ένα ερωτικό τρίγωνο. Οι χαρακτήρες παρουσιάζονται σταδιακά, αφού μέχρι ένα σημείο τα όρια μυθοπλασίας και πραγματικότητας είναι δυσδιάκριτα και ο θεατής χάνει την μπάλα ανάμεσα στην αφήγηση και την πλοκή. Με ένα πολύπλοκο σενάριο και αφηγηματικά τρικ (παρουσιάζεται ταινία μέσα σε ταινία), ο Αλμοδοβάρ εδώ αποτυγχάνει, θα λέγαμε, με ιδιαίτερο τρόπο να κερδίσει το κοινό, ακόμη και το πιο φανατικό του.

Το ερωτικό πάθος κυριαρχεί παντού και το γνωστό μοτίβο της ‘μοιραίας γυναίκας’ παρουσιάζεται με τον πιο αντιπροσωπευτικό τρόπο από τον Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ, ο οποίος κερδίζει τις εντυπώσεις ερμηνεύοντας διαφορετικούς χαρακτήρες κάθε φορά, με χαρακτηριστικό αυτόν της τραβεστί. Σε ένα σκηνικό γεμάτο χρώματα, κιτς και άπειρο ομοφυλοφιλικό ταπεραμέντο, το μελόδραμα αυτό έχει κάτι αυτοβιογραφικό και μοναδικό, έχει την αφήγηση που του προσδίδει ο σκηνοθέτης με μαεστρία, σε ένα σενάριο που δούλευε χρόνια και στο οποίο αποτυπώνεται το ανεπανάληπτο αλμοδοβαρικό στυλ.